Σήμερα, το πιο σοβαρό ραντεβού, το είχα με την ψυχή μου


Σήμερα είχα ραντεβού με την ψυχή μου. Κάθισα στην ακροθαλασσιά και την έβαλα απέναντί μου. Καιρό τώρα τριγύρναγε στο μυαλό μου μια συζήτηση μαζί της μα το ανέβαλλα συνεχώς. Καιρό τώρα..

Γιατί εκείνη κρυβόταν κάτω από τα λάθη της. Τόσα πολλά είχαν μαζευτεί που έμοιαζαν με σεντόνι ολάκερο ικανό να σκεπάσει τη γύμνια της! Ικανό να με ξεγελάσει με αρώματα και φρούδες ελπίδες. Γιατί το μυαλό μου θολωμένο όπως ήταν δεν έβρισκε την άκρη να ξεφύγει από το ατέλειωτο σκοτάδι που καιρό τώρα περιπλανιόταν εκείνη. Από τα απόκρημνα βράχια που γκρεμοτσακιζόταν αψηφώντας τον κίνδυνο που την περικύκλωνε συνεχώς. Ήταν βλέπεις πολύ ονειροπαρμένη. Της άρεσε να παίζει με τη φωτιά.

Κι έτσι που λέτε δυσκολεύτηκα πολύ να την ξετρυπώσω από εκεί που χρόνια τώρα μου κρυβόταν. Ήξερε πως άμα την έπιανα στα χέρια μου θα την τσάκιζα!

Μα να, που ήρθε, όμως, ο καιρός! Για όλα τα πράγματα έρχεται η σωστή ώρα. Ακόμη κι αν κάτι αναβάλλεις διαρκώς εκείνο να ‘σαι σίγουρος πως κάπου παραμονεύει περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για να σου φανερωθεί. Να λοιπόν που τώρα την έχω απέναντί μου .

Κάθομαι και την κοιτάζω έτσι γυμνή όπως στέκεται μέσα στο κρύο. Δεν ξέρω αν μπορώ να την λυπηθώ. Κι ακόμα περισσότερο να την συγχωρέσω. Για όλα εκείνα τα λάθη που μας έφτασαν ως εδώ.

Η έκφραση της είναι σκυθρωπή. Άλλοτε πάλι παίρνει την έκφραση μικρού παιδιού. Άλλοτε βάζει τα κλάματα. Αχ, ρε ψυχή! Πώς φτάσαμε ως εδώ; Μόνοι κι έρημοι κι οι δυο;

Εδώ και ώρα δεν λέει να σηκώσει το κεφάλι και να με κοιτάξει. Φοβάται. Όλα όσα θα της προσάψω. Λες και παρίσταται στο δικαστήριο, μοιάζει, έτοιμη να ακούσει την ετυμηγορία της. Έτοιμη να φορέσει ισόβια δεσμά και να ανταμώσει την δίκαια απόφαση του δικαστή. Εμένα.

Την κοιτάζω, έτσι όπως κάθεται σιωπηλή. Τα χέρια της, αμήχανα, παίζουν με την άμμο. Μοιάζει με ένα μικρό παιδί όταν γνωρίζει πως θα το μαλώσουν και θα το βάλουν τιμωρία γι’ αυτό που έχει πράξει.

Περιμένει φαίνεται να ξεκινήσω πρώτος εγώ την κουβέντα.

Από πού να αρχίσω, όμως, δεν ξέρω.

Από τους ανθρώπους που αγάπησα ή από εκείνους που δεν με αγάπησαν;

Από τους ανθρώπους που πλήγωσα ή από εκείνους που με πλήγωσαν;

Από τους ανθρώπους που πίστεψα ή από εκείνους που με πίστεψαν;

Από τους ανθρώπους που πρόδωσα ή από εκείνους που με πρόδωσαν;

Από τους ανθρώπους που εξαπάτησα ή από εκείνους που με εξαπάτησαν;

Από τους έρωτες που δεν έζησα ή από εκείνους που νόμιζα πως έζησα;

Από τα ψέματα που πλούτισα ή από τα ψέματα που με έθαψαν ζωντανό;

Από πού δεν ήξερα.

Σαν να κατάλαβε αυτή ( η ψυχή) πώς η ζυγαριά θα έγερνε προς το μέρος της και σαν να μαζεύτηκε περισσότερο.

Το βλέμμα της σοβάρεψε. Κατάλαβε πως η θέση της ήταν δύσκολη. Άρχισε να τρέμει και η ανάσα της να βγαίνει τώρα με δυσκολία.

Περνά ώρα πολύ, έτσι, να την κοιτάζω κι εκείνη να παίζει με την άμμο. Και κάθε τόσο, ένα δάκρυ να κυλάει από το αραχνοΰφαντο σώμα της. Δεν μιλά. Δεν σηκώνει το κεφάλι. Μόνο σιγομουρμουρίζει ένα τραγούδι. Ένα γνώριμο τραγούδι. Κάτι μου θυμίζει αυτός ο σκοπός.. Μα ναι, είναι το γλυκό, εκείνο, τραγούδι της μάνας. Τότε που φοβισμένος κούρνιαζα στην αγκαλιά της, μετά τις σφαλιάρες που έτρωγα από τον πατέρα κάθε που έκανα αταξία. Ναι, με αυτό το τραγούδι και τη μυρωδιά της κατάφερνα να ηρεμήσω. Μονάχα εκείνη με έκανε να ξεχνώ το ξύλο που έτρωγα. Ήμουν ένα μικρό παιδί όταν την έχασα και με τον χαμό της μεγάλωσα απότομα. Μαζί με εκείνην έχασα και τα πάντα. Ο παιδικός μου κόσμος γκρεμίστηκε. Ένας έφηβος γεννήθηκε έτοιμος για την καταστροφή. Ένας άλλος άνθρωπος. Από τότε τα είχα βάλει με την ψυχή μου. Από τότε ξεκίνησαν τα πρώτα λάθη.

Κι εκεί λοιπόν, σε αυτό το σημείο δεν άντεξα. Κατέρρευσα. Κατάλαβα. Λυπήθηκα κι εκείνην κι εμένα. Την πλησίασα και την κράτησα από το χέρι. Όπως, τότε στα πρώτα μας βήματα. Τότε που το σώμα μου την δέχτηκε αγκαλιάζοντάς την θερμά. Τότε που γεννηθήκαμε κι εκείνη κι εγώ. Τότε που γίναμε μία ύπαρξη. Έτσι, γίνηκε λοιπόν. Έπρεπε να τα σβήσουμε όλα και να ξεκινήσουμε από την αρχή. Να μονοιάσουμε. Να τα βρούμε επιτέλους. Ειδάλλως δεν θα μπορούσαμε να προχωρήσουμε ξανά μαζί. Την πήρα από το χέρι και κάναμε μια βουτιά στη θάλασσα. Κι ήταν σαν να κάναμε βουτιά σε όλα μας τα λάθη, οι εικόνες θολές άρχισαν να ζωντανεύουν εκεί στον πάτο της θάλασσας. Η λύτρωση ερχόταν. Με σιγουριά αναδύθηκα από την θάλασσα αφήνοντας τα λάθη μου και το παρελθόν να ταξιδέψουν στα απύθμενα βάθη της. Ένοιωσα ζωντανός ξανά, μετά από καιρό.

Μετά από αρκετό καιρό, κατάφερα να τα ξαναβρώ με τον εαυτό μου.

Εγώ και η ψυχή μου ήμασταν και πάλι ένα! Η αγάπη που ένοιωσα για τον εαυτό μου με λύτρωσε. Με έκανε να αποδεχτώ όλα τα λάθη, τις αποτυχίες, τα στραβοπατήματα, τις ατυχίες που είχε φέρει η ζωή στο δρόμο μου κι επιτέλους πατούσα πιο γερά και σταθερά στα πόδια μου αυτή τη φορά!

Γιατί στο παιχνίδι της ζωής αν δεν πιστέψεις πρώτος εσύ στις δυνατότητες και στις ικανότητες σου, τότε δεν πρόκειται να το κάνει κανένας άλλος. Για αυτό σου λέω άσε το παρελθόν πίσω, άσε τα πείσματα και τους εγωισμούς, την αυτολύπηση και τη μιζέρια, μόνοιασε με την ύπαρξη σου και προχώρα μπροστά, γερά και σταθερά. Μην φοβάσαι κανέναν άλλον παρά μονάχα τον εαυτό σου. Γιατί μόνο εσύ ο ίδιος μπορείς να σε σταματήσεις. Κανένας άλλος!

αναπνοές


Σήμερα, το πιο σοβαρό ραντεβού, το είχα με την ψυχή μου Σήμερα, το πιο σοβαρό ραντεβού, το είχα με την ψυχή μου Reviewed by Unknown on 7:16:00 μ.μ. Rating: 5

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.